Αποδοχή χρήσης τεχνικών cookies       - Σχετική Νομοθεσία -

Η Κατάρα της Ασίας 1

GEORGE HORTON

Προξένου και Γενικού Προξένου των Ήνωµ. Πολιτειών

στην Εγγύς Ανατολή επί τριάντα χρόνια.

1926

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'

 

Walter M. Geddes υπαλληλος της εταιρίας Mack Andrews and Forbes της Ν. Υόρκης

Η ∆ΙΗΓΗΣΗ ΤΟΥ Κ. GEDDES

«Ανεχώρησα απ' εδώ στις 16 Σεπτεµβρίου 1915 για το Χαλέπι. Είδα τους Αρµενίους για πρώτη φορά στο Αφιόν Καρά Χισάρ, όπου υπήρχε ένα µεγάλο στρατόπεδο — περίπου δέκα χιλιάδων ψυχών — πού είχαν κατεβεί απ' τη Μαύρη Θάλασσα. Ήταν κατασκηνωµένοι µέσα σε σκηνές καµωµένες από υλικά κάθε είδους και η κατάσταση τους ήταν αξιοθρήνητη. «Η δεύτερη τοποθεσία πού τους είδα ήταν στο Ικόνιο, επίσης σε ένα µεγάλο στρατόπεδο. Εκεί είδα την πρώτη κτηνωδία. Είδα µια γυναίκα και το βρέφος της χωρισµένους απ' τον άνδρα της. Προχωρούσε προς το τραίνο µας, την ανάγκασαν όµως δια της βίας να µείνει πίσω και την εµπόδισαν να ανέβει στο τραίνο. «Η επόµενη τοποθεσία, όπου υπήρχε ένα µεγάλο στρατόπεδο ήταν το Οσµανιέ, όπου έλεγαν ότι υπήρχαν πενήντα χιλιάδες ψυχές περίπου. Ήταν    ατασκηνωµένοι και απ' τις δυο µεριές της σιδηροδροµικής γραµµής σε µια έκταση µισού µιλίου η πλέον σε κάθε πλευρά. Εδώ είχαν δυο πηγάδια, απ' τα όποια µπορούσαν να πάρουν νερό, το ένα απ' τα όποια ήταν πολύ µακριά απ' το στρατόπεδο και το άλλο στην πλατφόρµα του σιδηροδροµικού σταθµού.

Μόλις ξηµέρωνε οι Αρµένιοι έρχονταν πολλοί µαζί, γυναίκες, παιδιά και γέροι και πλησίαζαν στο πηγάδι για να πάρουν νερό. Πάλευαν µεταξύ τους για µια θέση κοντά στο πηγάδι και οι χωροφύλακες χτυπούσαν πολλούς απ' αυτούς µε το µαστίγιο για να τους βάλουν σε τάξη. Είδα γυναίκες και παιδιά πού τους χτυπούσαν οι χωροφύλακες επανειληµµένα µε µαστίγια και ραβδιά. Αργότερα είχα την ευκαιρία να περάσω µέσα απ' το στρατόπεδο πηγαίνοντας στην πόλη Οσµανιέ και είχα τη δυνατότητα να ιδώ την κατάσταση των ανθρώπων αυτών. Εζούσαν µέσα σε σκηνές σαν εκείνες πού είπα παραπάνω και η κατάσταση τους ήταν ελεεινή. Η θέση αυτή είχε χρησιµοποιηθεί πολλές φορές για στρατόπεδο διαφόρων καραβανιών Αρµενίων και καµµιά προσπάθεια εξυγιάνσεως δεν είχε γίνει ούτε απ' τους ίδιους τους Αρµενίους, µε αποτέλεσµα το έδαφος να είναι σε µια αξιοθρήνητη κατάσταση και η δυσωδία τις πρωινές ώρες ήταν απερίγραπτη. Στο Οσµανιέ πουλούσαν ό,τι είχαν για να πάρουν λεφτά, µε τα όποια ν' αγοράσουν τρόφιµα. Ένας γέρος µε παρακάλεσε ν' αγοράσω την ασηµένια ταµπακιέρα του για ένα γρόσι για να µπορέσει ν' αγοράσει λίγο ψωµί. «Απ' το Οσµανιέ επήγα µε αµάξι στο Rajo και ξεπέρασα χιλιάδες Αρµενίους πού πήγαιναν στο Χαλέπι. Επήγαιναν µε βωδάµαξες, επάνω σε αλόγα η γαϊδούρια και πεζή, και οι περισσότεροι τους ήταν παιδιά, γυναίκες και γέροι. Μίλησα µε πολλούς απ' αυτούς, µερικοί απ' τους οποίους είχαν σπουδάσει σε σχολειά της Αµερικανικής Ιεραποστολής. Μου είπαν ότι είχαν ταξιδέψει επί δύο µήνες. ∆εν είχαν ούτε λεφτά, ούτε τρόφιµα και πολλοί εξέφρασαν την επιθυµία αν ήταν δυνατό να πέθαιναν παρά να εξακολουθήσουν την οδοιπορία και να υποφέρουν τα βάσανα, στα όποια υποβάλλονταν. Οι άνθρωποι πού οδοιπορούσαν είχαν ουσιαστικά µαζί τους ό,τι είχαν πάρει απ' το νοικοκυριό τους και κείνοι, πού δεν είχαν κάρρα η ζώα, τα κουβαλούσαν στην πλάτη τους. Πολύ συχνά έβλεπε κανείς µια γυναίκα να κουβαλά ένα µεγάλο δέµα τυλιγµένο µέσα σε ένα στρώµα και ένα βρέφος λίγων µηνών επάνω στο δέµα. Οι περισσότεροι τους δεν είχαν τίποτε στο κεφάλι τους και τα πρόσωπα τους ήταν πρησµένα απ' τον ήλιο και τις ταλαιπωρίες. Πολλοί ήταν ξυπόλητοι και αρκετοί είχαν τυλιγµένα τα πόδια τους µε κουρέλια πού είχαν ξεσχίσει απ' τα ρούχα τους.

«Στο Ιντιλί υπήρχε ένα στρατόπεδο δέκα χιλιάδων ψυχών περίπου και στο Kadma ένα πολύ µεγαλύτερο από εκατόν πενήντα χιλιάδες. Στην τοποθεσία αύτη δίπλα στο στρατόπεδο τους υπήρχε ένα Τουρκικό στρατιωτικό απόσπασµα, του οποίου οι άνδρες απαιτούσαν «µπαξίσι» απ' τους Αρµενίους πρίν να τους αφήσουν να βαδίσουν στο δρόµο για το Χαλέπι. Πολλοί πού δεν είχαν λεπτά είχαν αναγκαστεί να µείνουν στο στρατόπεδο αυτό από τότε πού είχαν φτάσει εκεί πριν δυο µήνες περίπου. Μίλησα µε πολλούς Αρµενίους έκεϊ και µου διηγήθηκαν όλοι τους τα ίδια σχετικά µε την κτηνώδη συµπεριφορά και τη ληστεία πού ενεργούσαν εις βάρος τους οι χωροφύλακες πού τους φύλαγαν, όπως το είχα ακούσει σε όλο µου το ταξίδι. Ήταν αναγκασµένοι να βαδίσουν µισό µίλι µακρυά απ' αυτό το στρατόπεδο για να βρουν νερό, και η κατάσταση του στρατοπέδου ήταν βρωµερή. «Απ' την Kadma µέχρι το Χαλέπι είδα µε τα µάτια µου τα χειρότερα θεάµατα απ' όλη τη διαδροµή µου. Εδώ οι άνθρωποι άρχισαν να χάνουν το λογικό τους απ' τον υπερβολικό καύσωνα και τη δίψα και καθώς περνούσα είδα πολλούς να είναι πεσµένοι χάµω κυριολεκτικά πεθαίνοντας απ' τη δίψα. Μια γυναίκα, την οποία βοήθησα, ήταν σε αξιοθρήνητη κατάσταση και είχε χάσει τις αισθήσεις της απ' τη δίψα και την εξάντληση και παρακάτω είδα δυο κοπέλλες πού είχαν εξαντληθεί τόσο πολύ ώστε είχαν πέσει χάµω επάνω στο δρόµο και έµεναν ξαπλωµένες µε τα πρόσωπα τους πού ήταν κιόλας πρησµένα, εκτεθειµένα στον ήλιο. «Ο δρόµος σε ένα µεγάλο τµήµα του επισκευαζόταν και γι αυτό ήταν σκεπασµένος µε χαλίκι. Στη µια πλευρά του δρόµου υπήρχε ένα µονοπάτι, αλλά πολλοί απ' τους Αρµενίους ήταν τόσο ζαλισµένοι απ' την κούραση και τις ταλαιπωρίες, ώστε δεν έβλεπαν το µονοπάτι και βάδιζαν -πολλοί απ' αυτούς ξυπόλυτοι- επάνω στο χαλίκι, µε αποτέλεσµα να µατώνουν τα πόδια τους. «Ο προορισµός όλων αυτών των Αρµενίων ήταν το Χαλέπι. Εκεί τους έχουν συσσωρευµένους σε όλα τα ακα τοίκητα σπίτια πού µπορούν να χρησιµοποιηθούν, σε πανδοχεία, στις Αρµενικές εκκλησίες, σε αυλές και σε ακά-λυπτα οικόπεδα. Η κατάσταση τους στο Χαλέπι είναι αδύνατο να περιγραφεί. Εγώ ο ίδιος επισκέφθηκα πολλούς χώρους οπού κρατούνταν και τους βρήκα να λιµοκτονούν και να πεθαίνουν κατά εκατοντάδες κάθε µέρα.

«Σε ένα ακατοίκητο σπίτι, πού επισκέφτηκα είδα γυναίκες, παιδιά και άνδρες να είναι ξαπλωµένοι επάνω στο πάτωµα τόσο κοντά ο ένας στον άλλο, ώστε ήταν αδύνατο να περπατήσει κανείς ανάµεσα τους. Εκεί είχαν µείνει επί µήνες, όσοι είχαν επιζήσει και η κατάσταση επάνω στο πάτωµα είχε φρικτή δυσωδία. «Το Αγγλικό Προξενείο ήταν γεµάτο απ' τους εξόριστους αυτούς και απ' τον τόπο εκείνο µετέφεραν τους νεκρούς κάθε ώρα. Οι φερετροποιοί της πόλεως δούλευαν µέχρι τα µεσάνυχτα κατασκευάζοντας χοντροκαµωµένες κάσες για τους νεκρούς, των οποίων οι συγγενείς η φίλοι µπορούσαν να διαθέσουν χρήµατα για να τους κάµουν έναν ευπρεπή ενταφιασµό. «Πολλούς απ' αυτούς τους νεκρούς τους έρριχναν απλώς µέσα σε δίτροχα κάρρα πού καθηµερινά τριγύριζαν σε όλους τους χώρους οπού ήταν συγκεντρωµένοι οι Αρµένιοι. Τα κάρρα αυτά ήταν στην αρχή ξεσκέπαστα, αργότερα όµως είχαν κατασκευάσει καλύµµατα γι' αυτά.

«Ένας Αρµένιος ιατρός, γνωστός µου, πού νοσηλεύει εκατοντάδες απ' τους δυστυχείς αυτούς Αρµενίους πού αρρώστησαν απ' τις ταλαιπωρίες της οδοιπορίας, την πείνα και τη δίψα, µου είπε ότι αποθνήσκουν εκατοντάδες απ' αυτούς κάθε µέρα απ' την πείνα και απ' τις συνέπειες της κτηνώδους µεταχειρίσεως και των ταλαιπωριών, τις όποιες έχουν υποστεί στη διάρκεια της οδοιπορίας απ' τις πατρίδες τους ως εδώ. «Πολλοί απ' τους δυστυχείς αυτούς Αρµενίους δεν δέχονταν ελεηµοσύνη, λέγοντας ότι τα λίγα λεφτά πού έπαιρναν έτσι θα παρέτειναν απλώς τα βάσανα τους και ότι προτιµούν να πεθάνουν. Απ' το Χαλέπι όσοι µπορούν να πληρώσουν στέλνονται µε το τραίνο στη ∆αµασκό, όσοι δεν έχουν χρήµατα στέλνονται οδικώς στο εσωτερικό προς το Deir-El-Zor.

«Στη ∆αµασκό βρήκα τις ίδιες ουσιαστικά συνθήκες όπως στο Χαλέπι. Κι εκεί πεθαίνουν καθηµερινά εκατοντάδες. Απ' τη ∆αµασκό στέλνονται νοτιώτερα ακόµα µέσα στο Hauran, όπου η τύχη τους είναι άγνωστη. Πολλοί Τούρκοι µε τους οποίους µίλησα µου είπαν ότι ο σκοπός της εξορίας αυτής ήταν η εξόντωση του Αρµένικου έθνους, και δεν είδα ποτέ κανένα Μουσουλµάνο να δίνει ελεηµοσύνη σε Αρµενίους, γιατί αποτελούσε αξιόποινο αδίκηµα το να τους βοηθεί οποιοσδήποτε. «Έµεινα στη ∆αµασκό και στο Χαλέπι ένα µήνα περίπου και ανεχώρησα για τη Σµύρνη στις 26 Οκτωβρίου. Στη διάρκεια του ταξιδιού συνάντησα χιλιάδες απ' τους δυστυχείς αυτούς εξόριστους πού εξακολουθούσαν να πηγαίνουν ακόµα στο Χαλέπι. Τα θεάµατα πού είδα σ' αυτό το ταξίδι µου ήταν περισσότερο οικτρά απ' εκείνα πού είχα ιδεί στη διαδροµή µου προς το Χαλέπι. Νοµίζει κανείς πώς δεν θα τελειώσει ποτέ το καραβάνι πού πορεύεται επάνω απ' τη ράχη του βουνού απ' το Bozanti προς τα νότια· όλη µέρα απ' την ανατολή µέχρι τη δύση του ήλιου ο δρόµος όσο µπορεί να ιδεί το µάτι του ανθρώπου είναι γεµάτος απ' τους εξόριστους αυτούς. Ακριβώς έξω απ' την Ταρσό είδα µια νεκρή γυναίκα πού κοίτονταν κοντά στην άκρη του δρόµου και λίγο παραπέρα ξεπέρασα δυο νεκρές γυναίκες ακόµα, µια απ' τις όποιες µεταφερόταν από δυο χωροφύλακες µακρυά απ' την άκρη του δρόµου για να τη θάψουν. Τα σκέλη και τα µπράτσα της ήταν τόσο αδυνατισµένα, ώστε σχεδόν φαίνονταν τα κόκκαλά της ανάµεσα απ' τη σάρκα της και το πρόσωπο της ήταν πρησµένο και κόκκινο απ' τις ταλαιπωρίες. Παρακάτω ακόµα είδα δυο χωροφύλακες πού µετέφεραν ένα νεκρό παιδί στα χέρια τους µακρυά απ' τον δρόµο οπού είχαν σκάψει έναν τάφο. Πολλοί απ' τους στρατιώτες και τους χωροφύλακες πού συνόδευαν το καραβάνι έχουν τσάπες και µόλις πεθάνει ένας Αρµένιος µεταφέρουν το πτώµα µακρυά απ' την άκρη του δρόµου και το θάβουν. Τα πρωινά ήταν ψυχρά και πολλοί πέθαιναν απ' τις ταλαιπωρίες. Στα καραβάνια αυτά υπάρχουν πολύ λίγοι νέοι άνθρωποι οι περισσότεροι είναι γυναίκες και παιδιά, πού συνοδεύονται από λίγους ηλικιωµένους από πενήντα χρόνων κι επάνω.

«Στο Μπαϊράµογλου µίλησα µε µια γυναίκα πού είχε τρελαθεί απ' τα βάσανα πού είχε υποφέρει. Μου είπε ότι ο άνδρας της και ο πατέρας της είχαν φονευθεί και οι δυο µπροστά στα µάτια της και ότι την είχαν εξαναγκάσει να βαδίζει τρεις µέρες χωρίς ξεκούραση. Είχε µαζί της τα δυο µικρά παιδιά της και ότι όλοι τους ήταν χωρίς ψωµί µια ολόκληρη µέρα. Της έδωσα λίγα λεπτά, τα οποία µου είπε πώς θα της τα παιρναν πριν βραδυάση. Τούρκοι και Κούρδοι έρχονται στα καραβάνια αυτά, καθώς περνούν απ' την περιοχή τους, και τους πωλούν τρόφιµα σε τιµές υπερβολικές. Είδα ένα αγόρι µικρό εφτά χρόνων περίπου πού ήταν καβάλλα επάνω σ' ένα γαϊδούρι έχοντας στην αγκαλιά του το αδελφάκι του πού ήταν βρέφος. Ήταν τα µόνα πρόσωπα πού είχαν µείνει απ' την οικογένεια του.

«Πολλοί απ' τους ανθρώπους αυτούς βαδίζουν χωρίς ψωµί επί µέρες και αδυνατίζουν σε αφάνταστο βαθµό. Είδα πολλούς απ' αυτούς να πεθαίνουν από πείνα και µόνο αραιά και που υπάρχει νερό κατά µήκος αυτού του δρόµου. Πολλοί πεθαίνουν από δίψα. Μερικοί απ' τους Αρµενίους πού διαθέτουν χρήµατα νοικιάζουν αµάξια. Αυτά πληρώνονται προκαταβολικά και οι τιµές πού ζητούνται είναι υπερβολικές. «Σε πολλά µέρη όπως το Bozanti π.χ. οπού υπάρχει στρατόπεδο Τούρκων στρατιωτών, δεν υπάρχει αρκετό ψωµί για τους Αρµενίους αυτούς και σε απόσταση δυο ωρών απ' το Bozanti συνάντησα µια γυναίκα πού έκλαιγε για ψωµί. Μου είπε ότι είχε έρθει στο Bozanti πριν δυο µέρες και δεν µπορούσε να βρει τίποτε για να φάγει, εκτός από ό,τι της είχαν δώσει ταξιδιώτες σαν εµένα. Πολλά ζώα υποζύγια πού ανήκουν σε Αρµενίους ψοφούν από την πείνα. Πολύ συχνά βλέπει κανείς έναν Αρµένιο να παίρνει ένα δέµα απ' το νεκρό ζώο του και να το φορτώνεται στους ώµους του. Πολλοί Αρµένιοι µου είπαν, ότι, αν και τους επέτρεπαν να ξεκουραστούν τη νύχτα δεν ηµπορούννα κοιµηθούν γιατί αισθάνονται δυνατούς πόνους απ' την πείνα κι απ' το κρύο. «Οι άνθρωποι αυτοί περπατούν όλη τη µέρα µε βήµα σηµειωτόν και κλονιζόµενο και επί ώρες δεν µιλούν ο ένας στον άλλο. Σε µια τοποθεσία όπου σταµάτησα στην άκρη του δρόµου για να γευµατίσω, µε περικύκλωσαν ένα πλήθος µικρών παιδιών πού έκλαιγαν όλα για ψωµί. Πολλά απ' αυτά τα παιδάκια είναι αναγκασµένα να βαδίζουν ξυπόλητα πάνω στο δρόµο και πολλά απ' αυτά κουβαλούν και µικρά δέµατα στις ράχες τους. Είναι όλα τους τροµερά αδυνατισµένα, τα ρούχα τους είναι κουρελιασµένα και τα µαλλιά τους είναι γεµάτα λέρα. Η βρώµα προσελκύει εκατοµµύρια µυίγες και είδα πολλά πρόσωπα βρεφών να είναι σκεπασµένα απ' τα έντοµα αυτά γιατί οι µητέρες τους είναι τόσο εξαντληµένες, ώστε να µη µπορούν να τα διώξουν. «Σε διάφορα µέρη εµφανίσθηκαν αρρώστιες στη διάρκεια της οδοιπορίας και στο Χαλέπι µου ανέφεραν πολλά περιστατικά τυφοειδούς πυρετού ανάµεσα στους Αρµενίους, όταν θα ‘φευγα απ' εκεί. Πολλές οικογένειες χωρίσθηκαν γιατί οι άνδρες στάλθηκαν σε µια διεύθυνση και οι γυναίκες και τα παιδιά σε µιαν άλλη. Είδα µια γυναίκα πού ήταν έγκυος πεσµένη στη µέση του δρόµου και έκλαιγε και επάνω της στεκόταν ένας χωροφύλακας πού τη φοβέριζε, γιατί δεν σηκωνόταν όρθια να βαδίσει. Πολλά παιδιά γεννιώνται καθ' οδόν και τα περισσότερα απ' αυτά πεθαίνουν γιατί οι µητέρες τους δεν έχουν τροφή να τους δώσουν. «Κανένας απ' τους ανθρώπους αυτούς δεν έχει ιδέα που πηγαίνουν η γιατί εξορίζονται. Περπατούν µέρα µε τη µέρα στον δρόµο µε την ελπίδα πώς θα φτάσουν κάποτε σ· έναν τόπο όπου θα τους επιτρέψουν να ξεκουραστούν.

Είδα πολλούς γέρους πού κουβαλούσαν στην ράχη τους τα εργαλεία της τέχνης τους, µε την πρόδηλη ελπίδα ότι µια µέρα θα εγκατασταθούν κάπου. Ο δρόµος µέσα απ' τα βουνά του Ταύρου είναι πολύ δύσκολος σε µερικά σηµεία και πολλές φορές πρωτόγονα αµάξια πού τα σέρνουν βουβάλια, βώδια και αγελάδες δεν µπορούν να ξεπεράσουν τον ανήφορο και γι αυτό οι χωροφύλακες τα αφήνουν και τα κατρακυλούν απ’ τον δρόµο προς τα κάτω µέσα στο φαράγγι. Τα ζώα εγκαταλείπονται επίσης αδέσποτα. Είδα πολλά κάρρα φορτωµένα έως επάνω µε αποσκευές, πού στην κορυφή τους κάθονταν πολλοί Αρµένιοι, να σπάζουν και να γκρεµίζωνται χάµω ρίχνοντας τους επιβάτες µέσα στο δρόµο. Ένας απ' τους αµαξηλάτες πού ήταν Τούρκος και πού είχε εισπράξει µια προκαταβολή απ' τους ανθρώπους πού µετέφερε, βρήκε πώς ήταν πολύ αστείο το ότι µια γυναίκα έσπασε το πόδι της σε ένα τέτοιο γκρέµισµα αµαξιού.

«Σου φαίνεται πώς δεν πρόκειται να σταµατήσει το ρεύµα αυτών των Αρµενίων πού ξεχύνεται προς τα κάτω απ' τον Βορρά, απ' την Άγκυρα κι απ' την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Η κατάσταση τους χειροτερεύει κάθε µέρα. Τα θεάµατα πού είδα στο ταξίδι µου του γυρισµού ήταν πολύ χειρότερα από κείνα πού είδα όταν πήγαινα και τώρα πού µπήκε ο χειµώνας και άρχισαν οι βροχές οι θάνατοι είναι περισσότεροι. Οι δρόµοι σε µερικά σηµεία είναι σχεδόν αδιάβατοι».

Follow Us   ArmenianGenocide100.gr on Facebook Facebook   ArmenianGenocide100.gr on YouTube Youtube