Τα «απομεινάρια του ξίφους»
Αριανέ Τζεμίν
Τις άρπαξαν από τους γονείς τους όταν ήταν μικρά κορίτσια, στη γενοκτονία του 1915. Προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ και υποχρεώθηκαν να ξεχάσουν το παρελθόν τους. Πολλές όμως συνέχιζαν να κάνουν κρυφά τον σταυρό τους...
Όταν η Φετιγιέ Τσετίν ήταν μαθήτρια και έφερνε σπίτι καλούς βαθμούς, η γιαγιά της έλεγε υπερήφανα «εσύ έχεις πάρει από το δικό μου σόι». Η Φετιγιέ δεν καταλάβαινε. Αργότερα, όταν εκνευριζόταν με το σύζυγό της, η γιαγιά της μουρμούριζε «παλιομουσουλμάνε...». Η Φετιγιέ όμως δεν καταλάβαινε. Δεν καταλάβαινε, γιατί κάθε μα κάθε φορά που περνούσαν μπροστά από το κοιμητήριο, η γιαγιά της δήλωνε: «Τους ζωντανούς να φοβάσαι, όχι τους νεκρούς».
Την αλήθεια, η Φετιγιέ την έμαθε όταν ήταν 25 χρόνων. Μια μέρα η γιαγιά της η Σεχέρ, «μια κλασική τουρκάλα αγρότισσα», της είπε δειλά πως ίσως να είχε συγγενείς στην Αμερική. Η Φετιγιέ γέλασε. «Τι ‘ναι αυτά που λες γιαγιά;». Λίγο-λίγο η ηλικιωμένη γυναίκα τής εξομολογήθηκε τα πάντα. Το αληθινό της όνομα, της είπε, ήταν Χερανούς Γκανταριάν. Γεννήθηκε στο Τσερμίκ, στη Νότια Τουρκία. Και το 1916, σε ηλικία 10 ετών, έγινε μάρτυρας της σφαγής της οικογένειάς της. Οι τούρκοι χωροφύλακες, της είπε, έκοβαν τον λαιμό των ανδρών και τους πέταγαν στον Τίγρη. Τα γυναικόπαιδα, τα μάζεψαν στο προαύλιο της εκκλησίας. Ένας τούρκος δεκανέας έδειξε ενδιαφέρον για τη μικρή Χερανούς. Οι μεγαλύτερες προσπαθούσαν να πείσουν τις νεώτερες: «Τα παιδιά μας πεθαίνουν το ένα μετά το άλλο. Κανείς δεν θα βγει ζωντανός από εδώ. Δώστε τα δικά σας, θα τους σώσετε τη ζωή». Η μητέρα της Χερανούς αρνιόταν. Ο μικρότερος αδελφός της Χερανούς ξέσπασε σε κλάματα. Για ένα δευτερόλεπτο, η προσοχή της μητέρας αποσπάστηκε. Ήταν αρκετό. Ο τούρκος δεκανέας τράβηξε τη μικρή πάνω στο άλογό του και απομακρύνθηκε. Η Χερανούς Γκανταριάν έγινε «Σεχέρ», έγινε κόρη του. Η Αρμένισσα έγινε Τουρκάλα. Πέθανε 95 ετών, το 2000.
Μέσω Ίντερνετ. Η Φετιγιέ είναι σήμερα 56 ετών. Είναι δικηγόρος, αρμόδια για τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην εισαγγελία της Κωνσταντινούπολης. Πριν από τρία χρόνια, αποφάσισε να κάνει την ιστορία της γιαγιάς της βιβλίο. Το είπε σε έναν φίλο και πελάτη της, τον Χράντ Ντινκ, τον εκδότη της δίγλωσσης εφημερίδας «Αγκός», τον αρμένιο δημοσιογράφο που δολοφονήθηκε από έναν τούρκο υπερεθνικιστή τον Ιανουάριο. Ο Ντινκ ενθουσιάστηκε. «Εγώ θα το εκδώσω!», της είπε. Αλλά η Φετιγιέ προτίμησε έναν άλλο τούρκο εκδότη. «Δεν ήθελα να έχει το βιβλίο μου την ετικέτα “αρμενικό”», εξηγεί. «Δεν ήθελα να μπω στη διαμάχη περί γενοκτονίας, ήθελα μόνο να διηγηθώ τα βάσανα αυτών των ανθρώπων. Και αποδείχθηκε πως είχα δίκιο». Μέσα σε δύο χρόνια, «Η Ιστορία της Γιαγιάς Μου» επανεκδόθηκε επτά φορές. Το ταμπού είχε σπάσει. Το γραφείο της Φετιγιέ κατακλύστηκε από εκατοντάδες γράμματα και ηλεκτρονικά μηνύματα. Τα περισσότερα από γυναίκες. «Η γενοκτονία των Αρμενίων είναι μια ιστορία γυναικών», επισημαίνει ο ιστορικός Ρεϊμόντ Κεβορκιάν. «Οι άνδρες έχουν πεθάνει, αυτές κουβαλούν τις μνήμες».
Ιστορίες σαν της Χερανούς-Σεχέρ, υπάρχουν στην Τουρκία πολλές.
Ο ακριβής αριθμός των μικρών Αρμενισσών που αρπάχτηκαν από τους γονείς τους στη διάρκεια της γενοκτονίας του 1915, απήχθησαν από τις απομακρυσμένες επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ή σώθηκαν - ενίοτε - από πονόψυχους τούρκους πολίτες, παραμένει άγνωστος. Αυτές οι νεαρές «γκαβούρ» - άπιστες - άλλες φορές υιοθετήθηκαν κι άλλες αντικατέστησαν τις λιγότερο «φρέσκιες» συζύγους μπέηδων και πασάδων.
Τι απέγιναν; Πολλές προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ, άλλες κράτησαν, στα κρυφά, την ανάμνηση της χριστιανικής τους πίστης. Πολλές πήραν μαζί τους το μυστικό στον τάφο. «Απομεινάρια του ξίφους» τις αποκαλούσαν πολλοί Τούρκοι. Το «Αρμένιος» άλλωστε παραμένει στην Τουρκία μια λέξη ελάχιστα κολακευτική και κάθε αναφορά στη γενοκτονία των Αρμενίων εγκυμονεί τον κίνδυνο δικαστικής δίωξης. «Πολλές από τις γυναίκες αυτές δεν μιλούν, φοβούνται», λέει η Μεϊντά Σαρίς από την «Αγκός». «Στην Τουρκία δεν ήταν ποτέ εύκολο να σηκωθείς και να πεις: “Η γιαγιά μου είναι Αρμένισσα”», προσθέτει η Ραχσάν Τσεμπέ, μία 40χρονη μεσίτρια. «Η αλήθεια είναι πάντως πως ο Χράντ Ντινκ βοήθησε πολύ στο να απελευθερωθεί αυτός ο λόγος», λέει ο ιστορικός Κεβορκιάν.
Η ίδια η Ραχσάν ανακάλυψε την αλήθεια τυχαία, όταν πριν από τρία χρόνια θέλησε να φτιάξει το γενεαλογικό δένδρο της πολυμελούς της οικογένειας. Η γιαγιά της, η Νεβίν Πατσαλίογλου, έκλεινε τα 90 και διοργάνωναν μια μεγάλη γιορτή. Η Ραχσάν έμεινε άφωνη όταν ανακάλυψε, χάρη σε μια παλιά φωτογραφία, πως το πατρικό όνομα της γιαγιάς της ήταν Τασκάν, πως η ίδια ήταν κατά ένα τέταρτο Αρμένισσα. Πριν πεθάνει, η Νεβίν πρόλαβε να γνωρίσει τα δυο παιδιά του χαμένου από χρόνια αδελφού της. Και όταν πέθανε, πέρυσι, την αποχαιρέτισαν δύο φορές: μία στο τζαμί, μία στην εκκλησία. Ήταν η τελευταία της επιθυμία.