Κρικόρ Ζοχράμπ
Του Σαρκίς Αγαμπατιάν
Δικηγόρος, δημοσιογράφος, συγγραφέας, βουλευτής, πολύγλωσσος, υπερασπιστής του Αρμενικού Ζητήματος, ο Κρικόρ Ζοχράμπ υπήρξε ένας από τους επιφανέστερους πολιτικούς άνδρες της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εξαιρετικός ρήτορας την εποχή του, εκρηκτικός και απολαυστικός, γοητεύει πάντα, 91 χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, με τη μεταρρυθμιστική οικουμενικότητά του και με τις επιτυχίες του.
Στις 18 Ιουλίου 1915 (5 Ιουλίου με το παλαιό ημερολόγιο) λίγο πριν ξημερώσει μια άμαξα σταματάει μπροστά στο ξενοδοχείο Μιλέτ στην Ούρφα. Τούρκοι χωροφύλακες οδηγούν στο όχημα παρά τις διαμαρτυρίες τους, δυο άνδρες που τους είχαν σηκώσει από τον ύπνο τους. Είναι δυο αρμένιοι βουλευτές του οθωμανικού Κοινοβουλίου, ο Βαρτκές Σερενγκιουλιάν, βουλευτής Ερζερούμ και ο Κρικόρ Ζοχράμπ, βουλευτής Κωνσταντινούπολης. Ο Βαρτκές (1871-1915) είναι ένας αγωνιστής τασνακτσαγκάν που σφυρηλατήθηκε μέσα από αγώνες και φυλακίσεις υπό το καθεστώς του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ. Ο Κρικόρ (1861-1915), δικηγόρος, συγγραφέας, δημοσιογράφος, πολιτικός είναι ο πιο διάσημος και αξιοσέβαστος Αρμένιος της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ετοιμάζουν βιαστικά τις βαλίτσες τους και παίρνουν μερικές κουβέρτες για να προστατευτούν από το κρύο. Με τη συνοδεία δυο χωροφυλάκων, η άμαξα διασχίζει την πόλη και παίρνει το δρόμο για το Ντιγιαρμπακίρ. Τους ακολουθεί μια δεύτερη άμαξα με τέσσερις άνδρες που παριστάνουν τους φιλήσυχους εμπόρους.
Προχωρούν αργά. Μετά από μια ώρα ο δρόμος κατεβαίνει στο βάθος ενός φαραγγιού, διασχίζει τη γέφυρα και συνεχίζει στην απέναντι όχθη. Στη μέση της πλαγιάς ο αμαξάς σταματάει το όχημα, ξεζεύει τα άλογα με το πρόσχημα ότι θα βοσκήσουν και απομακρύνεται. Ξαφνικά ακούγονται δυο πυροβολισμοί. Ο Βαρτκές σωριάζεται στο έδαφος μόλις βγαίνει από την άμαξα. Ο Κρικόρ που αντισκτέκεται, σπρώχνεται έξω και έχει την ίδια τύχη, αν όχι χειρότερη καθώς το σώμα του κομματιάζεται και το κεφάλι του συνθλίβεται σ’ ένα βράχο. Οι δολοφόνοι είναι οι ταξιδιώτες που ακολουθούσαν με την άμαξα: οι τσερκέζοι Χαλίλ μπέη και Αχμέντ μπέη και ο τσαούσης Αμπντουραχμάν. Δεν είναι ληστές αλλά πληρωμένοι δολοφόνοι που έχουν αναλάβει από τον Υπουργό Εσωτερικών Ταλαάτ να διεκπεραιώσουν μια συγκεκριμένη αποστολή. Οι δράστες σέρνουν τα γυμνά σώματα και τα κρύβουν στους θάμνους. Οι σωροί τους θα βρεθούν και θα μεταφερθούν στην Ούρφα, ενώ τα ρούχα και οι βαλίτσες των δυο αρμενίων βουλευτών θα πουληθούν στην αγορά. Αργότερα όταν η σύζυγός του Κλάρα και τα παιδιά της που διέμεναν στην Κωνσταντινούπολη θα απαιτήσουν από την κυβέρνηση την απόδειξη για το θάνατο του Κρικόρ Ζοχράμπ, θα λάβουν δυο επίσημα έγγραφα με ημερομηνία 20 Ιουλίου 1915 από την Ούρφα. Το πρώτο είναι ένα ιατρικό πιστοποιητικό με την υπογραφή του γιατρού Ταχσίν που βεβαιώνει ότι μετέβη στο ξενοδοχείο στο προσκέφαλο του Κρικόρ Ζοχράμπ εφέντη, διέγνωσε μια πάθηση της καρδιάς, του πρόσφερε τις απαραίτητες φροντίδες και διαπίστωσε ότι «είχε υποστεί καρδιακή προσβολή καθ’ οδόν προς Ντιγιαρμπακίρ». Το δεύτερο υπογράφεται από έναν Αρμένιο ιερέα, τον πατέρα Κιουρκτζή Βανές Ογλού που επιβεβαιώνει την προηγούμενη διάγνωση και αναφέρει ότι προέβη σύμφωνα με το τελετουργικό της αρμενικής Εκκλησίας στον ενταφιασμό του νεκρού.
Όταν το Φεβρουάριο του 1915 ξεκίνησε ο Γολγοθάς των οθωμανών Αρμενίων, συνελήφθησαν οι επιφανέστεροι Αρμένιοι της Κωνσταντινούπολης στις 24 Απριλίου 1915, αφοπλίστηκαν οι αρμένιοι στρατιώτες του οθωμανικού στρατού και στάλθηκαν στα τάγματα εργασίας για να εξοντωθούν, όταν εκατοντάδες χιλιάδες Αρμένιοι εκτοπίστηκαν και σφαγιάστηκαν ή πέθαναν στις πορείες θανάτου, η σύλληψη στην Κωνσταντινούπολη των Βαρτκές και Κρικόρ στις 2 Ιουνίου 1915, η εκτόπιση και η προσαγωγή τους ενώπιον του στρατιωτικού δικαστηρίου του Ντιγιαρμπακίρ - ο διοικητής του οποίου γιατρός Μεχμέτ Ρεσίντ, φανατικός ιτιχαντιστής (μέλος της Επιτροπής Ένωση και Πρόοδος), θα καυχηθεί ότι είχε εξολοθρεύσει 120.000 Αρμενίους της επαρχίας του - ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων. Στους φιλελεύθερους κύκλους των Τούρκων ασκήθηκε έντονη κριτική εναντίον της κυβερνητικής τριανδρίας Ταλαάτ-Εμβέρ-Τζεμάλ. Η ταραχή και η απόγνωση κατέλαβαν τους Αρμενίους: ο πατριάρχης Ζαβέν της Κωνσταντινούπολης, πολλαπλασίασε μάταια τα διαβήματα προς τις τουρκικές αρχές για να πετύχει την απελευθέρωσή τους. Οι πρεσβείες της Γερμανίας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας ζήτησαν εξηγήσεις.
Γεννημένος στις 26 Ιουνίου 1861 στο Μπεσικτάς από μια εύπορη οικογένεια της Κωνσταντινούπολης, ο Κρικόρ Ζοχράμπ μαθητεύει μέχρι τα 15 του χρόνια σε αρμενικό σχολείο, κατόπιν εισέρχεται στην αυτοκρατορική Σχολή του Γαλατά Σαράι απ’ όπου αποφοιτεί με το πτυχίο του γεομέτρη. Από το 1879 ως το 1882 σπουδάζει στη νομική Σχολή του πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης. Κατέχει άπταιστα τρεις γλώσσες: αρμενικά, τουρκικά και γαλλικά. Το 1878, σε ηλικία 17 χρονών δημοσιεύει σε μια αρμενική εφημερίδα ένα άρθρο με τίτλο Δεν κερδίσαμε τίποτα στη Συνθήκη του Βερολίνου, εναντίον του Μινάς Τσεράζ, γραμματέα-μεταφραστή του Χριμιάν Χαϊρίκ που ο πατριάρχης Νερσές είχει στείλει στην Ευρώπη για να υπερασπιστεί την αρμενική υπόθεση στις Μεγάλες Δυνάμεις. Πράγματι μετά την επιστροφή του από το Συνέδριο του Βερολίνου που διεθνοποιεί το Αρμενικό Ζήτημα, ο Μινάς Τσεράζ δικαιολογεί το άρθρο 61 της συνθήκης με το οποίο η οθωμανική κυβέρνηση δεσμεύεται να προβεί στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στις επαρχίες που κατοικούνται από Αρμενίους.
Μετά απ’ αυτήν την απείθεια που είχε μεγάλη απήχηση αναδεικνύεται σε ηλικία 21 χρονών «πρίγκιπας της αρμενικής νεολαίας» με την τριπλή ιδιότητα του δημοσιογράφου, συγγραφέα και νομικού σ’ ένα αγώνα που βρίσκει αντιμέτωπους τους «Παλαιούς» και τους «Σύγχρονους». Ως δημοσιογράφος συνεργάζεται ενεργά με τον αρμενικό Τύπο της Κωνσταντινούπολης – Μασίς, Αρεβέλκ, Χαϊρενίκ, Γεργκρακούντ. Ως συγγραφέας μετά το πρώτο του μυθιστόρημα, Μια χαμένη γενιά (1887), δημοσιεύει δεκάδες διηγήματα στον αρμενικό Τύπο προβάλλοντας ρεαλιστικά και κριτικά τα προβλήματα της αρμενικής κοινωνίας της Κωνσταντινούπολης. Ως νομικός ασχολείται με υποθέσεις του ποινικού και αστικού δικαίου. Παράλληλα, την περίοδο αυτή, ενθουσιάζεται με την Ζαρτόνκ (Αναγέννηση) των Αρμενίων της Τουρκίας για την ανάπτυξη των αρμενικών σχολείων. Είναι μέλος της ασιατικής και της ενωμένης Εταιρίας, δυο συλλόγων που έχουν ως στόχο την εκπαίδευση των δασκάλων και την ίδρυση σχολείων στην Γεργκίρ (Πατρίδα).
Το επάγγελμα του δικηγόρου επιτρέπει στον Ζοχράμπ να κερδίζει αρκετά χρήματα. Η φήμη για την ευγλωτία του και οι επιτυχίες του στα δικαστήρια γίνονται γνωστές. Πελάτες του είναι γαλλικές επιχειρήσεις, εμπορικοί οίκοι και ξένες τράπεζες. Κερδίζει την εμπιστοσύνη των ξένων πρεσβειών. Ωστόσο θα υπερασπίζεται και τους «ταπεινούς» και «καταφρονεμένους». Νυμφεύεται το 1888 την Κλάρα Γιαζτζιάν (1870-1952) με την οποία αποκτούν τέσσερα παιδιά (Λεβόν, Ντολορές, Αράμ και Χερμινέ). Ζουν σ’ ένα άνετο διαμέρισμα στο Πέρα.
Παθιάζεται με την πολιτική ζωή στη Γαλλία και τάσσεται στο πλευρό του Εμίλ Ζολά, στην υπόθεση Ντρέυφους. Συμμετέχει στις προσπάθειες της Λίγκας για τα δικαιώματα του Ανθρώπου, η οποία μόλις δημιουργήθηκε (1898), καταγγέλει με τον Ζωρές τις αρμενικές σφαγές του 1894-1896. Από το 1902 είναι νομικός σύμβουλος της ρωσικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη. Συνδέεται με το δραγουμάνο, φιλαρμένιο και μασόνο Αντρέ Μάντελσταμ που θα γίνει ο θεωρητικός της «ανθρωπιστικής επέμβασης».
Η απόπειρα του Γιλντίζ εναντίον του Αβδούλ Χαμίτ το 1905 (προετοιμάστηκε από τον Κρισταπόρ Μικαελιάν, βλ. τεύχος αριθ. 43 Νοέμβρ.-Δεκ. 2005) που προκάλεσε δεκάδες νεκρούς και τραυματίες θα αναστατώσει τη ζωή του Ζοχράμπ. Η τουρκική αστυνομία αναζητώντας τους δράστες της επιχείρησης συλλαμβάνει κάποιον ονόματι Μανούκ. Είναι μέλος του κόμματος Τασνάκ και θυρωρός του ακινήτου του Ζοχράμπ. Οι υποψίες βαραίνουν άδικα τον τελευταίο, συλλαμβάνεται και μετά αφήνεται ελεύθερος. Αλλά του απαγορεύεται στο εξής να ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου και του δημοσιογράφου. Ο Ζοχράμπ μεταναστεύει στο Παρίσι όπου συναντά το φίλο του συγγραφέα Αρσάκ Τσομπανιάν και αρκετούς Αρμένιους και Νεότουρκους εξόριστους.
Ο θρίαμβος της νεοτουρκικής επανάστασης τον Ιούλιο του 1908 φέρνει πίσω, μαζί με χιλιάδες εξόριστους, τον Ζοχράμπ στην Κωνσταντινούπολη. Η αποκατάσταση του Συντάγματος του 1876, η διακήρυξη της Ισότητας, της Ελευθερίας και της Δικαιοσύνης δημιουργούν συγκινητικές σκηνές αδελφοσύνης ανάμεσα σε μουσουλμάνους και μη μουσουλμάνους. Είναι το πραγματικό ξεκίνημα της πολιτικής ζωής του Ζοχράμπ. Το φθινόπωρο του 1908 ο Ζοχράμπ εκλέγεται βουλευτής στην αρμενική Εθνοσυνέλευση που διαχειρίζεται μαζί με τον πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης τις θρησκευτικές και πολιτικές υποθέσεις του Ερμενί Μιλέτ (της αρμενικής κοινότητας της οθωμανικής Αυτοκρατορίας). Συγχρόνως εκλέγεται στο οθωμανικό Κοινοβούλιο ως ένας από τους έντεκα Αρμένιους βουλευτές. Εκλέγεται επίσης καθηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης. Πολλά πεδία όπου θα ξεδιπλώσει το πολύπλευρο ταλέντο του και την ευφράδειά του. Θα αναμιχθεί σ’ όλα τα επεισόδια της πολιτικής ζωής της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στην αρμενική κοινωνία προσπαθεί να παίξει το ρόλο του μεσολαβητή ανάμεσα στη συντηρητική και κληρικόφρωνα αστική τάξη και στις λαϊκές τάξεις των 25 συνοικιών της Κωνσταντινούπολης. Λέει ότι δεν είναι ούτε στ’ αριστερά ούτε στα δεξιά αλλά πέρα και πάνω από τις έριδες. Πρόσκειται στην Α.Ε.Ο.-Τασνακτσουτιούν που θεωρεί ως το μόνο κόμμα άξιο του ονόματός του. Ωστόσο γράφει στην Αζανταμάρτ, την καθημερινή εφημερίδα του κόμματος, ότι δεν είναι τασνάκ αλλά φιλελεύθερος. Στο οθωμανικό Κοινοβούλιο θα επανεκλεγεί βουλευτής Κωνσταντινούπολης το 1912 και το 1914. Είναι μια από τις δόξες του Κοινοβουλίου διότι είναι ένας εξαιρετικός ρήτορας. Δεν είναι ιτιχαντιστής αλλά πρόσκειται στους φιλελεύθερους οθωμανούς που συντρίβονται μετά το πραξικόπημα του Ιανουαρίου του 1913 που εγκαθιδρύει στην εξουσία τους Ταλαάτ, Εμβέρ και Τζεμάλ. Αντιχαμιτικός και συνταγματικός από πεποίθηση, έχει προσωπικές επαφές με τους Νεότουρκους, όπως και οι Τασνάκ άλλωστε, συμπεριλαμβανομένου του Ταλαάτ. Ψηφίζει μαζί με τους τασνακικούς βουλευτές (Βαρτκές, Αρμέν Γκαρό, Βραμιάν, Παπαζιάν, Ντερ Γκαραμπετιάν) και τους έλληνες, εβραίους και βούλγαρους βουλευτές των οποίων οι ψήφοι πνίγονται πάντα μέσα στη μουλμανική πλειοψηφία.
Η σφαγή των Αρμενίων στα Άδανα κατά την απόπειρα του πραξικοπήματος του 1909 είναι ένα χτύπημα που συγκλονίζει τους Αρμένιους βουλευτές. Ο Ζοχράμπ αν και βλέπει ότι η σωτηρία βρίσκεται στο συνταγματικό καθεστώς, μόνη εγγύηση για την ισότητα των πολιτών, ωστόσο παραδέχεται ότι η θέσπιση του Συντάγματος δεν είναι αρκετή για να εκπαιδεύσει τις μάζες και να εμποδίσει την τυφλή βία των φανατικών μουσουλμάνων. Παρ’ όλα αυτά ο Ζοχράμπ ψηφίζει και υπερασπίζεται το 1909, το νόμο για την υποχρεωτική στρατιωτική εκπαίδευση όλων των πολιτών - ένα μέτρο διόλου δημοφιλές στους Αρμενίους - απαραίτητη προϋπόθεση για ίσα δικαιώματα. Το 1911, αποτυγχάνει στην υιοθέτηση του Chester Project που παρουσίασε ο Αρμέν Γκαρό Παστερματζιάν, ενός αμερικανικού σχεδίου κατασκευής σιδηροδρομικού δικτύου στην τουρκική Αρμενία που θα επέτρεπε την αποκατάσταση της ηρεμίας και της ανάπτυξης της περιοχής. Στο εξής, κι ενώ το πολιτικό κλίμα βαραίνει στην οθωμανική Αυτοκρατορία - απώλεια της Τριπολίτιδας (1911), βαλκανικοί πόλεμοι (1912-1913) - ο Ζοχράμπ επικεντρώνει τις προσπάθειές του στο «αγροτικό ζήτημα». Από τα τέλη του 19ου αιώνα, οι αρμένιοι αγρότες της Γεργκίρ (Πατρίδας) - η συντριπτική πλειοψηφία του αρμενικού πληθυσμού - στερούνται τη γη τους και εξωθούνται στη μετανάστευση (στον Καύκασο, Κωνσταντινούπολη, Ευρώπη). Πρέπει να τεθεί τέλος στην εγκατάσταση των τσερκέζων, τατάρων, βαλκάνιων μουχατζίρ (μουσουλμάνων προσφύγων) στην Αρμενία, να τεθούν υπό έλεγχο οι κινήσεις των νομάδων, να αποδοθεί η γη που άρπαξαν οι Κούρδοι στα 1894-1896. Η αύξηση των αντι-αρμενικών βιαιοτήτων στις ανατολικές επαρχίες και η ατιμωρησία των δραστών από την κυβέρνηση τον πείθουν ότι προετοιμάζονται καινούργιες σφαγές. Έκτοτε θεωρεί ότι η μόνη σωτηρία του αρμενικού λαού εξαρτάται από τη Ρωσία. Στη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων όταν η ρωσική διπλωματία αναβιώνει το Αρμενικό Ζήτημα, ο Ζοχράμπ βρίσκεται στην καρδιά του μηχανισμού που κινεί τα νήματα στην Αγία Πετρούπολη, Κωνσταντινούπολη, Τιφλίδα, Παρίσι όπου ο Καθολικός Κεβόρκ V έχει στείλει τον Μπογός Νουμπάρ Πασά επικεφαλής της αρμενικής αντιπροσωπείας ώστε να πείσει τους Ευρωπαίους για την αναγκαιότητα των Μεταρρυθμίσεων. Στην Κωνσταντινούπολη, ο Ζοχράμπ που βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τη ρωσική πρεσβεία, εμπνέει τους όρους ενός σχεδίου μεταρρυθμίσεων στις ανατολικές επαρχίες, συντάκτης του οποίου είναι ο φίλος του Αντρέ Μάντελσταμ. Οι Νεότουρκοι, που μετά την απώλεια των βαλκανικών εδαφών προετοιμάζουν την αναδίπλωση του τουρκικού έθνους στη Μικρά Ασία και με τους οποίους ο Ζοχράμπ διαπραγματεύεται τους όρους του σχεδίου, προτείνουν μάταια ένα γενικό και όχι ειδικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων. Η Εφημερίδα και η αλληλογραφία του Ζοχράμπ από το 1912 ως το 1915 αποκαλύπτει τις δυσκολίες και τις ανησυχίες του. Στις 26 Ιανουαρίου 1914, υπογράφεται ένα σχέδιο μεταρρυθμίσεων δώδεκα σημείων ανάμεσα στο ρώσο επιτετραμμένο Γκούλκεβιτς και το Μεγάλο Βεζύρη Σαΐντ Χαλίμ Πασά. Υπό την πίεση της ρωσικής διπλωματίας και τη στήριξη της Αγγλίας και της Γαλλίας, η λύση του Αρμενικού Ζητήματος φαίνεται να ευοδώνεται.
Στις 28 Ιουνίου 1914, η απόπειρα στο Σεράγεβο, η πιο φονική τρομοκρατική ενέργεια της ιστορίας, όσον αφορά τις συνέπειές της, σηματοδοτεί την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Στις 2 Αυγούστου με άκρα μυστικότητα ο Υπουργός Πολέμου Εμβέρ υπογράφει μια συμφωνία αμυντικής συμμαχίας ανάμεσα στην Τουρκία και τη Γερμανία. Στις 11 Νοεμβρίου 1914, η οθωμανική Αυτοκρατορία βρίσκεται σε πόλεμο με τη Ρωσία, Αγγλία, Γαλλία και Σερβία. Στις 14 Νοεμβρίου, ο σέιχ ουλ-Ισλάμ κηρύσσει το ντζιχάτ, τον ιερό πόλεμο εναντίον των κρατών αυτών. Η Αρμενία και οι Αρμένιοι βρίσκονται μοιρασμένοι ανάμεσα σε δυο αντίπαλα στρατόπεδα. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Μάιος 1915: ο Ζοχράμπ και ο Βαρτκές θα μείνουν ελεύθεροι ένα μήνα στην Κωνσταντινούπολη, στη διάρκεια του οποίου θα εξαντληθούν σε διαβήματα προς την τουρκική κυβέρνηση και τους συναδέλφους τους στο Κοινοβούλιο. Ένα μήνα στη διάρκεια του οποίου ο Ζοχράμπ καταβεβλημένος από τις αναφορές που στέλνονται από τις επαρχίες δέχεται τις εκκλήσεις των γυναικών, συζύγων, κοριτσιών, μητέρων και αδελφών των προγραμμένων. Ένα μήνα στη διάρκεια του οποίου ο Βαρτκές διασχίζει την πόλη κουτσαίνοντας (λόγω αναπηρίας) για να επισκεφθεί τις οικογένειες των συντρόφων που συνελήφθησαν και να τους προσφέρει οικονομική και υλική υποστήριξη.
Στις 29 Μαΐου 1915, ο Βαρτκές και ο Ζοχράμπ συλλαμβάνονται χωριστά, οδηγούνται στο σιδηροδρομικό σταθμό Χαϊντάρ Πασά και στέλνονται υπό αυστηρή φρούρηση στην Ανατολία. Μετά από ένα μακρύ ταξίδι μέσω Κόνυας, Αδάνων, Χαλεπίου και Ούρφας πρέπει να παρουσιαστούν ενώπιον του στρατιωτικού Δικαστηρίου του Ντιγιαρμπακίρ. Αν και οι συνθήκες του ταξιδιού είναι σχεδόν υποφερτές, για την έκβασή του δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία. Μια ή περισσότερες φορές την ημέρα, ο Ζοχράμπ στέλνει στη σύζυγό του Κλάρα, στην οποία δηλώνει την απεριόριστη αγάπη του, επιστολές και τηλεγραφήματα για να της υπαγορεύσει τα διαβήματα που πρέπει να κάνει για να τον σώσει, πηγαίνοντας ακόμη και με τις κόρες τους στον σέιχ ουλ-Ισλάμ. Στέλνει επίσης επιστολές στον Ταλαάτ, στο γερμανό πρέσβη Βάνγκενχαϊμ, στον Χαλίλ μπέη. Δεν θέλει να πεθάνει. Στο Χαλέπι, που έχει κατακλυστεί από αρμένιους εξόριστους, τους προτείνουν να διαφύγουν με τη βοήθεια των Βεδουίνων, αλλά ο Ζοχράμπ και ο Βαρτκές αρνούνται τη δραπέτευση και αναχωρούν για την Ούρφα. Η τελευταία επιστολή από το Χαλέπι προς την Κλάρα έχει ημερομηνία 2 Ιουλίου 1915 ημέρα Πέμπτη το βράδυ. Είναι η διαθήκη του Ζοχράμπ, πριν από το θάνατο ενός ανθρώπου που τακτοποιεί τις υποθέσεις του, χωρίς να ξεχάσει τις τελευταίες συμβουλές στα παιδιά του και μια δωρεά 2.000 χρυσών λιρών σ’ ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα στη μνήμη του. Ο Βαρτκές χάθηκε διακριτικά όπως είχε ζήσει σ’ όλη του τη ζωή.
Βιβλιογραφία : Anahide Ter Minassian, L’ affaire Zohrab, Περιοδικό France-Armenie, τεύχος Σεπτεμβρίου 2005.
Aram Andonian, La vie comme elle est, Εκδόσεις Parentheses, Παρίσι 2005.