Αποδοχή χρήσης τεχνικών cookies       - Σχετική Νομοθεσία -

Κρικόρ Ζοχράμπ

Του Σαρκίς Αγαμπατιάν

Δικηγόρος, δημοσιογράφος, συγγραφέας, βουλευτής, πολύγλωσσος, υπερασπιστής του Αρμενικού Ζητήματος, ο Κρικόρ Ζοχράμπ υπήρξε ένας από τους επιφανέστερους πολιτικούς άνδρες της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εξαιρετικός ρήτορας την εποχή του, εκρηκτικός και απολαυστικός, γοητεύει πάντα, 91 χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, με τη μεταρρυθμιστική οικουμενικότητά του και με τις επιτυχίες του.

Στις 18 Ιου­λί­ου 1915 (5 Ιου­λί­ου με το πα­λαιό η­με­ρο­λό­γιο) λί­γο πριν ξη­με­ρώ­σει μια ά­μα­ξα στα­μα­τά­ει μπροστά στο ξε­νο­δο­χεί­ο Μι­λέτ στην Ούρ­φα. Τούρ­κοι χω­ρο­φύ­λα­κες ο­δη­γούν στο ό­χημα πα­ρά τις δια­μαρ­τυ­ρί­ες τους, δυο άν­δρες που τους εί­χαν ση­κώ­σει α­πό τον ύπνο τους. Εί­ναι δυο αρ­μέ­νιοι βου­λευ­τές του ο­θω­μα­νι­κού Κοι­νο­βου­λί­ου, ο Βαρτκές Σε­ρεν­γκιου­λιάν, βου­λευ­τής Ερ­ζε­ρούμ και ο Κρι­κόρ Ζο­χρά­μπ, βου­λευ­τής Κων­στα­ντι­νού­πο­λης. Ο Βαρ­τκές (1871-1915) εί­ναι έ­νας α­γω­νι­στής τα­σνακ­τσα­γκάν που σφυ­ρη­λα­τή­θη­κε μέ­σα α­πό α­γώ­νες και φυ­λα­κί­σεις υ­πό το κα­θε­στώς του σουλ­τά­νου Α­βδούλ Χα­μίτ. Ο Κρι­κόρ (1861-1915), δι­κη­γό­ρος, συγ­γρα­φέ­ας, δη­μο­σιο­γρά­φος, πολι­τι­κός εί­ναι ο πιο διά­ση­μος και α­ξιο­σέ­βα­στος Αρ­μέ­νιος της ο­θω­μα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας. Ε­τοι­μά­ζουν βια­στι­κά τις βα­λί­τσες τους και παίρ­νουν με­ρι­κές κου­βέρ­τες για να προ­στα­τευ­τούν α­πό το κρύ­ο. Με τη συ­νο­δεί­α δυο χω­ρο­φυ­λάκων, η ά­μα­ξα δια­σχί­ζει την πό­λη και παίρ­νει το δρό­μο για το Ντι­γιαρ­μπα­κίρ. Τους α­κο­λου­θεί μια δεύ­τε­ρη ά­μα­ξα με τέσ­σε­ρις άν­δρες που πα­ρι­στά­νουν τους φι­λή­συ­χους ε­μπό­ρους.

Προ­χω­ρούν αρ­γά. Με­τά α­πό μια ώ­ρα ο δρό­μος κα­τε­βαί­νει στο βά­θος ε­νός φα­ραγγιού, δια­σχί­ζει τη γέ­φυ­ρα και συ­νε­χί­ζει στην α­πέ­να­ντι ό­χθη. Στη μέ­ση της πλα­γιάς ο α­μα­ξάς στα­μα­τά­ει το ό­χη­μα, ξε­ζεύ­ει τα ά­λο­γα με το πρό­σχη­μα ό­τι θα βο­σκή­σουν και α­πο­μα­κρύ­νε­ται. Ξαφ­νι­κά α­κού­γο­νται δυο πυ­ρο­βο­λι­σμοί. Ο Βαρτκές σω­ριά­ζε­ται στο έ­δα­φος μό­λις βγαί­νει α­πό την ά­μα­ξα. Ο Κρι­κόρ που α­ντισκτέ­κε­ται, σπρώ­χνε­ται έ­ξω και έ­χει την ί­δια τύ­χη, αν ό­χι χει­ρό­τε­ρη κα­θώς το σώ­μα του κομ­μα­τιά­ζε­ται και το κε­φά­λι του συν­θλί­βε­ται σ’ έ­να βρά­χο. Οι δο­λο­φό­νοι εί­ναι οι τα­ξι­διώ­τες που α­κο­λου­θού­σαν με την ά­μα­ξα: οι τσερ­κέ­ζοι Χα­λίλ μπέ­η και Αχ­μέ­ντ μπέ­η και ο τσα­ού­σης Α­μπντου­ραχ­μάν. Δεν εί­ναι λη­στές αλ­λά πλη­ρω­μέ­νοι δο­λο­φό­νοι που έ­χουν α­να­λά­βει α­πό τον Υ­πουρ­γό Ε­σω­τε­ρικών Τα­λα­άτ να διεκ­πε­ραιώ­σουν μια συ­γκε­κρι­μέ­νη α­πο­στο­λή. Οι δρά­στες σέρ­νουν τα γυ­μνά σώ­μα­τα και τα κρύ­βουν στους θά­μνους. Οι σω­ροί τους θα βρε­θούν και θα με­τα­φερ­θούν στην Ούρ­φα, ε­νώ τα ρού­χα και οι βα­λί­τσες των δυο αρ­με­νίων βου­λευ­τών θα που­λη­θούν στην α­γο­ρά. Αρ­γό­τε­ρα ό­ταν η σύ­ζυ­γός του Κλά­ρα και τα παι­διά της που διέ­με­ναν στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη θα α­παι­τή­σουν α­πό την κυ­βέρ­νη­ση την α­πό­δει­ξη για το θά­να­το του Κρι­κόρ Ζο­χράμπ, θα λά­βουν δυο επί­ση­μα έγ­γρα­φα με η­με­ρο­μη­νί­α 20 Ιου­λί­ου 1915 α­πό την Ούρ­φα. Το πρώ­το εί­ναι έ­να ια­τρι­κό πι­στο­ποι­η­τι­κό με την υ­πο­γρα­φή του για­τρού Ταχ­σίν που βε­βαιώ­νει ό­τι με­τέ­βη στο ξε­νο­δο­χεί­ο στο προ­σκέ­φα­λο του Κρι­κόρ Ζο­χρά­μπ ε­φέ­ντη, διέγνω­σε μια πά­θη­ση της καρ­διάς, του πρό­σφε­ρε τις α­πα­ραί­τη­τες φρο­ντί­δες και δια­πί­στω­σε ό­τι «εί­χε υ­πο­στεί καρ­δια­κή προ­σβο­λή καθ’ ο­δόν προς Ντι­γιαρ­μπα­κίρ». Το δεύ­τε­ρο υ­πο­γρά­φε­ται α­πό έ­ναν Αρ­μέ­νιο ιε­ρέ­α, τον πα­τέ­ρα Κιουρ­κτζή Βα­νές Ο­γλού που ε­πι­βε­βαιώ­νει την προ­η­γού­με­νη διά­γνωση και α­να­φέ­ρει ό­τι προ­έ­βη σύμ­φω­να με το τε­λε­τουρ­γι­κό της αρ­με­νι­κής Εκ­κλησί­ας στον ε­ντα­φια­σμό του νε­κρού.

Ό­ταν το Φε­βρουά­ριο του 1915 ξε­κί­νη­σε ο Γολ­γο­θάς των ο­θω­μα­νών Αρ­με­νί­ων, συ­νελή­φθη­σαν οι ε­πι­φα­νέ­στε­ροι Αρ­μέ­νιοι της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης στις 24 Α­πρι­λίου 1915, α­φο­πλί­στη­καν οι αρ­μέ­νιοι στρα­τιώ­τες του ο­θω­μα­νι­κού στρα­τού και στάλθη­καν στα τάγ­μα­τα ερ­γα­σί­ας για να ε­ξο­ντω­θούν, ό­ταν ε­κα­το­ντά­δες χι­λιά­δες Αρ­μέ­νιοι ε­κτο­πί­στη­καν και σφα­γιά­στη­καν ή πέ­θα­ναν στις πο­ρεί­ες θα­νά­του, η σύλ­λη­ψη στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη των Βαρ­τκές και Κρι­κόρ στις 2 Ιου­νί­ου 1915, η ε­κτό­πι­ση και η προ­σα­γω­γή τους ε­νώ­πιον του στρα­τιω­τι­κού δι­κα­στη­ρί­ου του Ντι­γιαρ­μπα­κίρ - ο διοι­κη­τής του ο­ποί­ου για­τρός Μεχ­μέτ Ρε­σί­ντ, φα­νατι­κός ι­τι­χα­ντι­στής (μέ­λος της Ε­πι­τρο­πής Έ­νω­ση και Πρό­ο­δος), θα καυ­χη­θεί ό­τι εί­χε ε­ξο­λο­θρεύ­σει 120.000 Αρ­με­νί­ους της ε­παρ­χί­ας του - ξε­σή­κωσαν θύ­ελ­λα α­ντι­δρά­σε­ων. Στους φι­λε­λεύ­θε­ρους κύ­κλους των Τούρ­κων α­σκή­θηκε έ­ντο­νη κρι­τι­κή ε­να­ντί­ον της κυ­βερ­νη­τι­κής τριαν­δρί­ας Τα­λα­άτ-Εμ­βέρ-Τζεμάλ. Η τα­ρα­χή και η α­πό­γνω­ση κα­τέ­λα­βαν τους Αρ­με­νί­ους: ο πα­τριάρ­χης Ζα­βέν της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης, πολ­λα­πλα­σί­α­σε μά­ταια τα δια­βή­μα­τα προς τις τουρκι­κές αρ­χές για να πε­τύ­χει την α­πε­λευ­θέ­ρω­σή τους. Οι πρε­σβεί­ες της Γερ­μανί­ας, Ρου­μα­νί­ας και Βουλ­γα­ρί­ας ζή­τη­σαν ε­ξη­γή­σεις.

Γεν­νη­μέ­νος στις 26 Ιου­νί­ου 1861 στο Μπε­σι­κτάς α­πό μια εύ­πο­ρη οι­κο­γέ­νεια της Κωνστα­ντι­νού­πο­λης, ο Κρι­κόρ Ζο­χρά­μπ μα­θη­τεύ­ει μέ­χρι τα 15 του χρό­νια σε αρ­μενι­κό σχο­λεί­ο, κα­τό­πιν ει­σέρ­χε­ται στην αυ­το­κρα­το­ρι­κή Σχο­λή του Γα­λα­τά Σαρά­ι απ’ ό­που α­πο­φοι­τεί με το πτυ­χί­ο του γε­ο­μέ­τρη. Α­πό το 1879 ως το 1882 σπου­δάζει στη νο­μι­κή Σχο­λή του πα­νε­πι­στη­μί­ου της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης. Κα­τέ­χει άπται­στα τρεις γλώσ­σες: αρ­με­νι­κά, τουρ­κι­κά και γαλ­λι­κά. Το 1878, σε η­λι­κί­α 17 χρονών δη­μο­σιεύ­ει σε μια αρ­με­νι­κή ε­φη­με­ρί­δα έ­να άρ­θρο με τί­τλο Δεν κερδί­σα­με τί­πο­τα στη Συν­θή­κη του Βε­ρο­λί­νου, ε­να­ντί­ον του Μι­νάς Τσε­ράζ, γραμ­μα­τέ­α-με­τα­φρα­στή του Χρι­μιάν Χα­ϊ­ρίκ που ο πα­τριάρ­χης Νερ­σές εί­χει στεί­λει στην Ευ­ρώ­πη για να υ­πε­ρα­σπι­στεί την αρ­με­νι­κή υ­πό­θε­ση στις Με­γάλες Δυ­νά­μεις. Πράγ­μα­τι με­τά την ε­πι­στρο­φή του α­πό το Συ­νέ­δριο του Βε­ρο­λίνου που διε­θνο­ποιεί το Αρ­με­νι­κό Ζή­τη­μα, ο Μι­νάς Τσε­ράζ δι­καιο­λο­γεί το άρ­θρο 61 της συν­θή­κης με το ο­ποί­ο η ο­θω­μα­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση δε­σμεύ­ε­ται να προ­βεί στις α­να­γκαί­ες με­ταρ­ρυθ­μί­σεις στις ε­παρ­χί­ες που κα­τοι­κού­νται α­πό Αρ­μενί­ους.

Με­τά απ’ αυ­τήν την α­πεί­θεια που εί­χε με­γά­λη α­πή­χη­ση α­να­δει­κνύ­ε­ται σε ηλι­κί­α 21 χρο­νών «πρί­γκι­πας της αρ­με­νι­κής νε­ο­λαί­ας» με την τρι­πλή ι­διό­τη­τα του δη­μο­σιο­γρά­φου, συγ­γρα­φέ­α και νο­μι­κού σ’ έ­να α­γώ­να που βρί­σκει α­ντιμέ­τω­πους τους «Πα­λαιούς» και τους «Σύγ­χρο­νους». Ως δη­μο­σιο­γρά­φος συ­νερ­γά­ζε­ται ε­νερ­γά με τον αρ­με­νι­κό Τύ­πο της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης – Μα­σίς, Α­ρε­βέλ­κ, Χα­ϊ­ρε­νίκ, Γερ­γκρα­κού­ντ. Ως συγ­γρα­φέ­ας με­τά το πρώ­το του μυ­θι­στό­ρη­μα, Μια χα­μέ­νη γε­νιά (1887), δη­μο­σιεύ­ει δε­κά­δες δι­η­γή­ματα στον αρ­με­νι­κό Τύ­πο προ­βάλ­λο­ντας ρε­α­λι­στι­κά και κρι­τι­κά τα προ­βλή­μα­τα της αρ­με­νι­κής κοι­νω­νί­ας της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης. Ως νο­μι­κός α­σχο­λεί­ται με υ­πο­θέ­σεις του ποι­νι­κού και α­στι­κού δι­καί­ου. Πα­ράλ­λη­λα, την πε­ρί­ο­δο αυτή, εν­θου­σιά­ζε­ται με την Ζαρ­τόν­κ (Α­να­γέν­νη­ση) των Αρ­με­νί­ων της Τουρ­κί­ας για την α­νά­πτυ­ξη των αρ­με­νι­κών σχο­λεί­ων. Εί­ναι μέ­λος της α­σιατι­κής και της ε­νω­μέ­νης Ε­ται­ρί­ας, δυο συλ­λό­γων που έ­χουν ως στό­χο την εκ­παίδευ­ση των δα­σκά­λων και την ί­δρυ­ση σχο­λεί­ων στην Γερ­γκίρ (Πατρί­δα).

Το ε­πάγ­γελ­μα του δι­κη­γό­ρου ε­πι­τρέ­πει στον Ζο­χρά­μπ να κερ­δί­ζει αρ­κε­τά χρή­μα­τα. Η φή­μη για την ευ­γλω­τί­α του και οι ε­πι­τυ­χί­ες του στα δι­κα­στή­ρια γίνο­νται γνω­στές. Πε­λά­τες του εί­ναι γαλ­λι­κές ε­πι­χει­ρή­σεις, ε­μπο­ρι­κοί οί­κοι και ξέ­νες τρά­πε­ζες. Κερ­δί­ζει την ε­μπι­στο­σύ­νη των ξέ­νων πρε­σβειών. Ω­στό­σο θα υ­πε­ρα­σπί­ζε­ται και τους «τα­πει­νούς» και «κα­τα­φρο­νε­μέ­νους». Νυμ­φεύ­εται το 1888 την Κλά­ρα Γιαζ­τζιάν (1870-1952) με την ο­ποί­α α­πο­κτούν τέσ­σε­ρα παι­διά (Λε­βόν, Ντο­λο­ρές, Α­ράμ και Χερ­μι­νέ). Ζουν σ’ έ­να ά­νε­το δια­μέ­ρι­σμα στο Πέ­ρα.

Πα­θιά­ζε­ται με την πο­λι­τι­κή ζω­ή στη Γαλ­λί­α και τάσ­σε­ται στο πλευ­ρό του Εμίλ Ζο­λά, στην υ­πό­θε­ση Ντρέ­υ­φους. Συμ­με­τέ­χει στις προ­σπά­θειες της Λί­γκας για τα δι­καιώ­μα­τα του Αν­θρώ­που, η ο­ποί­α μό­λις δη­μιουρ­γή­θη­κε (1898), κα­ταγ­γέ­λει με τον Ζω­ρές τις αρ­με­νι­κές σφα­γές του 1894-1896. Α­πό το 1902 εί­ναι νο­μι­κός σύμ­βουλος της ρω­σι­κής πρε­σβεί­ας στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη. Συν­δέ­ε­ται με το δρα­γουμά­νο, φι­λαρ­μέ­νιο και μα­σό­νο Α­ντρέ Μά­ντελ­σταμ που θα γί­νει ο θε­ω­ρη­τι­κός της «αν­θρω­πι­στι­κής ε­πέμ­βα­σης».

Η α­πό­πει­ρα του Γιλ­ντίζ ε­να­ντί­ον του Α­βδούλ Χα­μίτ το 1905 (προ­ε­τοι­μά­στη­κε από τον Κρι­στα­πόρ Μι­κα­ε­λιάν, βλ. τεύ­χος α­ριθ. 43 Νο­έμ­βρ.-Δεκ. 2005) που προ­κά­λε­σε δεκά­δες νε­κρούς και τραυ­μα­τί­ες θα α­να­στα­τώ­σει τη ζω­ή του Ζο­χρά­μπ. Η τουρ­κική α­στυ­νο­μί­α α­να­ζη­τώ­ντας τους δρά­στες της ε­πι­χεί­ρη­σης συλ­λαμ­βά­νει κάποιον ο­νό­μα­τι Μα­νούκ. Εί­ναι μέ­λος του κόμ­μα­τος Τα­σνάκ και θυ­ρω­ρός του α­κινή­του του Ζο­χρά­μπ. Οι υ­πο­ψί­ες βα­ραί­νουν ά­δι­κα τον τε­λευ­ταί­ο, συλ­λαμ­βά­νεται και με­τά α­φή­νε­ται ε­λεύ­θε­ρος. Αλ­λά του α­πα­γο­ρεύ­ε­ται στο ε­ξής να α­σκεί το ε­πάγ­γελ­μα του δι­κη­γό­ρου και του δη­μο­σιο­γρά­φου. Ο Ζο­χρά­μπ με­τα­να­στεύ­ει στο Πα­ρί­σι ό­που συ­να­ντά το φί­λο του συγ­γρα­φέ­α Αρ­σάκ Τσο­μπα­νιάν και αρ­κετούς Αρ­μέ­νιους και Νε­ό­τουρ­κους ε­ξό­ρι­στους.

Ο θρί­αμ­βος της νε­ο­τουρ­κι­κής ε­πα­νά­στα­σης τον Ιού­λιο του 1908 φέρ­νει πί­σω, μαζί με χι­λιά­δες ε­ξό­ρι­στους, τον Ζο­χρά­μπ στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη. Η α­πο­κα­τάστα­ση του Συ­ντάγ­μα­τος του 1876, η δια­κήρυ­ξη της Ι­σό­τη­τας, της Ε­λευ­θε­ρί­ας και της Δι­καιο­σύ­νης δη­μιουρ­γούν συγκι­νη­τι­κές σκη­νές α­δελ­φο­σύ­νης α­νά­με­σα σε μου­σουλ­μά­νους και μη μου­σουλμά­νους. Εί­ναι το πραγ­μα­τι­κό ξε­κί­νη­μα της πο­λι­τι­κής ζω­ής του Ζο­χρά­μπ. Το φθι­νό­πω­ρο του 1908 ο Ζο­χρά­μπ ε­κλέ­γε­ται βου­λευ­τής στην αρ­με­νι­κή Ε­θνο­συ­νέ­λευση που δια­χει­ρί­ζε­ται μα­ζί με τον πα­τριάρ­χη της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης τις θρη­σκευ­τι­κές και πο­λι­τι­κές υ­πο­θέ­σεις του Ερ­με­νί Μι­λέτ (της αρμε­νι­κής κοι­νό­τη­τας της ο­θω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας). Συγ­χρό­νως ε­κλέ­γε­ται στο ο­θω­μα­νι­κό Κοι­νο­βού­λιο ως έ­νας α­πό τους έ­ντε­κα Αρ­μέ­νιους βου­λευ­τές. Εκλέ­γε­ται ε­πί­σης κα­θη­γη­τής στη Νο­μι­κή Σχο­λή του Πα­νε­πι­στη­μί­ου της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης. Πολ­λά πε­δί­α ό­που θα ξε­δι­πλώ­σει το πο­λύ­πλευ­ρο τα­λέ­ντο του και την ευ­φρά­δειά του. Θα α­να­μι­χθεί σ’ ό­λα τα ε­πει­σό­δια της πο­λι­τι­κής ζω­ής της ο­θω­μα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας. Στην αρ­με­νι­κή κοι­νω­νί­α προ­σπα­θεί να παίξει το ρό­λο του με­σο­λα­βη­τή α­νά­με­σα στη συ­ντη­ρη­τι­κή και κλη­ρι­κό­φρω­να α­στι­κή τά­ξη και στις λα­ϊ­κές τά­ξεις των 25 συ­νοι­κιών της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης. Λέει ό­τι δεν εί­ναι ού­τε στ’ α­ρι­στε­ρά ού­τε στα δε­ξιά αλ­λά πέ­ρα και πά­νω α­πό τις έ­ρι­δες. Πρό­σκει­ται στην Α.Ε.Ο.-Τα­σνακ­τσου­τιούν που θε­ω­ρεί ως το μό­νο κόμμα ά­ξιο του ο­νό­μα­τός του. Ω­στό­σο γρά­φει στην Α­ζα­ντα­μάρ­τ, την κα­θη­με­ρι­νή ε­φη­με­ρί­δα του κόμ­μα­τος, ό­τι δεν εί­ναι τα­σνάκ αλ­λά φι­λε­λεύ­θερος. Στο ο­θω­μα­νι­κό Κοι­νο­βού­λιο θα ε­πα­νε­κλε­γεί βου­λευ­τής Κων­στα­ντι­νού­πολης το 1912 και το 1914. Εί­ναι μια α­πό τις δό­ξες του Κοι­νο­βου­λί­ου διό­τι εί­ναι έ­νας ε­ξαι­ρε­τι­κός ρή­το­ρας. Δεν εί­ναι ι­τι­χα­ντι­στής αλ­λά πρό­σκειται στους φι­λε­λεύ­θε­ρους ο­θω­μα­νούς που συ­ντρί­βο­νται με­τά το πρα­ξι­κό­πημα του Ια­νουα­ρί­ου του 1913 που ε­γκα­θι­δρύ­ει στην ε­ξου­σί­α τους Τα­λα­άτ, Εμ­βέρ και Τζε­μάλ. Α­ντι­χα­μι­τι­κός και συ­νταγ­μα­τι­κός α­πό πε­ποί­θη­ση, έ­χει προ­σω­πι­κές ε­πα­φές με τους Νε­ό­τουρ­κους, ό­πως και οι Τα­σνάκ άλ­λω­στε, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του Τα­λα­άτ. Ψη­φί­ζει μα­ζί με τους τα­σνα­κι­κούς βου­λευ­τές (Βαρ­τκές, Αρ­μέν Γκα­ρό, Βρα­μιάν, Πα­πα­ζιάν, Ντερ Γκα­ρα­μπε­τιάν) και τους έλ­λη­νες, ε­βραί­ους και βούλ­γα­ρους βου­λευ­τές των ο­ποί­ων οι ψή­φοι πνί­γο­νται πά­ντα μέ­σα στη μουλ­μα­νι­κή πλειο­ψη­φί­α.

Η σφα­γή των Αρ­με­νί­ων στα Ά­δα­να κα­τά την α­πό­πει­ρα του πρα­ξι­κο­πή­μα­τος του 1909 εί­ναι έ­να χτύ­πη­μα που συ­γκλο­νί­ζει τους Αρ­μέ­νιους βου­λευ­τές. Ο Ζο­χρά­μπ αν και βλέ­πει ό­τι η σω­τη­ρί­α βρί­σκε­ται στο συ­νταγ­μα­τι­κό κα­θε­στώς, μό­νη εγγύ­η­ση για την ι­σό­τη­τα των πο­λι­τών, ω­στό­σο πα­ρα­δέ­χε­ται ό­τι η θέ­σπι­ση του Συ­ντάγ­μα­τος δεν εί­ναι αρ­κε­τή για να εκ­παι­δεύ­σει τις μά­ζες και να ε­μπο­δί­σει την τυ­φλή βί­α των φα­να­τι­κών μου­σουλ­μά­νων. Παρ’ ό­λα αυ­τά ο Ζο­χρά­μπ ψη­φίζει και υ­πε­ρα­σπί­ζε­ται το 1909, το νό­μο για την υ­πο­χρε­ω­τι­κή στρα­τιω­τι­κή εκ­παί­δευ­ση ό­λων των πο­λι­τών - έ­να μέ­τρο διό­λου δη­μο­φι­λές στους Αρ­με­νί­ους - α­πα­ραί­τη­τη προ­ϋ­πό­θε­ση για ί­σα δι­καιώ­μα­τα. Το 1911, α­πο­τυγ­χά­νει στην υ­ιο­θέτη­ση του Chester Project που πα­ρου­σί­α­σε ο Αρ­μέν Γκα­ρό Πα­στερ­μα­τζιάν, ε­νός α­με­ρι­κα­νι­κού σχε­δί­ου κα­τα­σκευ­ής σι­δηρο­δρο­μι­κού δι­κτύ­ου στην τουρ­κι­κή Αρ­με­νί­α που θα ε­πέ­τρε­πε την α­πο­κα­τά­σταση της η­ρε­μί­ας και της α­νά­πτυ­ξης της πε­ριο­χής. Στο ε­ξής, κι ε­νώ το πο­λι­τι­κό κλί­μα βα­ραί­νει στην ο­θω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρί­α - α­πώ­λεια της Τρι­πο­λί­τι­δας (1911), βαλ­κα­νι­κοί πό­λε­μοι (1912-1913) - ο Ζο­χρά­μπ ε­πι­κε­ντρώ­νει τις προ­σπά­θειές του στο «α­γρο­τι­κό ζή­τη­μα». Α­πό τα τέ­λη του 19ου αιώνα, οι αρ­μέ­νιοι α­γρό­τες της Γερ­γκίρ (Πα­τρί­δας) - η συ­ντρι­πτική πλειο­ψη­φί­α του αρ­με­νι­κού πλη­θυ­σμού - στε­ρού­νται τη γη τους και ε­ξω­θού­νται στη με­τα­νά­στευ­ση (στον Καύ­κα­σο, Κων­στα­ντι­νού­πο­λη, Ευ­ρώ­πη). Πρέ­πει να τε­θεί τέ­λος στην ε­γκα­τά­στα­ση των τσερ­κέ­ζων, τα­τά­ρων, βαλ­κά­νιων μου­χα­τζίρ (μου­σουλ­μά­νων προ­σφύ­γων) στην Αρ­με­νί­α, να τε­θούν υ­πό έ­λεγχο οι κι­νή­σεις των νο­μά­δων, να α­πο­δο­θεί η γη που άρ­πα­ξαν οι Κούρ­δοι στα 1894-1896. Η αύ­ξη­ση των α­ντι-αρ­με­νι­κών βιαιο­τή­των στις α­να­το­λι­κές ε­παρ­χί­ες και η ατι­μω­ρη­σί­α των δρα­στών α­πό την κυ­βέρ­νη­ση τον πεί­θουν ό­τι προ­ε­τοι­μά­ζο­νται και­νούρ­γιες σφα­γές. Έ­κτο­τε θε­ω­ρεί ό­τι η μό­νη σω­τη­ρί­α του αρ­με­νι­κού λα­ού ε­ξαρ­τά­ται α­πό τη Ρω­σί­α. Στη διάρ­κεια των βαλ­κα­νι­κών πο­λέ­μων ό­ταν η ρω­σι­κή δι­πλω­μα­τί­α α­ναβιώ­νει το Αρ­με­νι­κό Ζή­τη­μα, ο Ζο­χρά­μπ βρί­σκε­ται στην καρ­διά του μη­χα­νι­σμού που κι­νεί τα νή­μα­τα στην Α­γί­α Πε­τρού­πο­λη, Κων­στα­ντι­νού­πο­λη, Τι­φλί­δα, Παρί­σι ό­που ο Κα­θο­λι­κός Κε­βόρ­κ V έ­χει στεί­λει τον Μπο­γός Νου­μπάρ Πα­σά ε­πι­κε­φα­λής της αρ­με­νι­κής α­ντι­προ­σω­πεί­ας ώ­στε να πεί­σει τους Ευ­ρω­παί­ους για την α­να­γκαιό­τη­τα των Με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων. Στην Κων­στα­ντινού­πο­λη, ο Ζο­χρά­μπ που βρί­σκε­ται σε συ­νε­χή ε­πα­φή με τη ρω­σι­κή πρε­σβεί­α, ε­μπνέ­ει τους ό­ρους ε­νός σχε­δί­ου με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων στις α­να­το­λι­κές ε­παρ­χί­ες, συ­ντά­κτης του ο­ποί­ου εί­ναι ο φί­λος του Α­ντρέ Μά­ντελ­σταμ. Οι Νε­ό­τουρ­κοι, που με­τά την α­πώ­λεια των βαλ­κα­νι­κών ε­δα­φών προ­ε­τοι­μά­ζουν την α­να­δί­πλω­ση του τουρ­κι­κού έ­θνους στη Μι­κρά Α­σί­α και με τους ο­ποί­ους ο Ζο­χρά­μπ δια­πραγμα­τεύ­ε­ται τους ό­ρους του σχε­δί­ου, προ­τεί­νουν μά­ταια έ­να γε­νι­κό και ό­χι ει­δι­κό σχέ­διο με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων. Η Ε­φη­με­ρί­δα και η αλ­λη­λο­γρα­φία του Ζο­χρά­μπ α­πό το 1912 ως το 1915 α­πο­κα­λύ­πτει τις δυ­σκο­λί­ες και τις α­νη­συ­χί­ες του. Στις 26 Ια­νουα­ρί­ου 1914, υ­πο­γρά­φε­ται έ­να σχέ­διο με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων δώ­δε­κα σημεί­ων α­νά­με­σα στο ρώ­σο ε­πι­τε­τραμ­μέ­νο Γκούλ­κε­βιτ­ς και το Με­γά­λο Βε­ζύ­ρη Σα­ΐ­ντ Χα­λίμ Πα­σά. Υ­πό την πί­ε­ση της ρω­σι­κής δι­πλω­μα­τί­ας και τη στή­ρι­ξη της Αγ­γλί­ας και της Γαλ­λί­ας, η λύ­ση του Αρ­με­νι­κού Ζη­τή­μα­τος φαί­νε­ται να ευοδώ­νε­ται.

Στις 28 Ιου­νί­ου 1914, η α­πό­πει­ρα στο Σε­ρά­γε­βο, η πιο φο­νι­κή τρο­μο­κρα­τι­κή ε­νέρ­γεια της ι­στο­ρί­ας, ό­σον α­φο­ρά τις συ­νέ­πειές της, ση­μα­το­δο­τεί την έ­ναρ­ξη του Πρώ­του Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου. Στις 2 Αυ­γού­στου με ά­κρα μυ­στι­κό­τη­τα ο Υ­πουργός Πο­λέ­μου Εμ­βέρ υ­πο­γρά­φει μια συμ­φω­νί­α α­μυ­ντι­κής συμ­μα­χί­ας α­νά­με­σα στην Τουρ­κί­α και τη Γερ­μα­νί­α. Στις 11 Νο­εμ­βρί­ου 1914, η ο­θω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρί­α βρί­σκε­ται σε πό­λε­μο με τη Ρω­σί­α, Αγ­γλί­α, Γαλ­λί­α και Σερ­βί­α. Στις 14 Νο­εμ­βρί­ου, ο σέ­ιχ ουλ-Ι­σλάμ κη­ρύσ­σει το ντζι­χάτ, τον ιε­ρό πό­λε­μο ε­να­ντί­ον των κρα­τών αυ­τών. Η Αρ­με­νί­α και οι Αρ­μέ­νιοι βρί­σκο­νται μοι­ρα­σμέ­νοι ανά­με­σα σε δυο α­ντί­πα­λα στρα­τό­πε­δα. Η συ­νέ­χεια εί­ναι γνω­στή.

Μά­ιος 1915: ο Ζο­χρά­μπ και ο Βαρ­τκές θα μεί­νουν ε­λεύ­θε­ροι έ­να μή­να στην Κων­σταντι­νού­πο­λη, στη διάρ­κεια του ο­ποί­ου θα ε­ξα­ντλη­θούν σε δια­βή­μα­τα προς την τουρ­κι­κή κυ­βέρ­νη­ση και τους συ­να­δέλ­φους τους στο Κοι­νο­βού­λιο. Έ­να μή­να στη διάρ­κεια του ο­ποί­ου ο Ζο­χράμπ κα­τα­βε­βλη­μέ­νος α­πό τις α­να­φο­ρές που στέλ­νο­νται α­πό τις ε­παρ­χί­ες δέ­χε­ται τις εκ­κλή­σεις των γυ­ναι­κών, συ­ζύ­γων, κο­ρι­τσιών, μη­τέ­ρων και α­δελ­φών των προ­γραμ­μέ­νων. Έ­να μή­να στη διάρ­κεια του ο­ποί­ου ο Βαρ­τκές δια­σχί­ζει την πό­λη κου­τσαί­νο­ντας (λό­γω α­να­πη­ρί­ας) για να ε­πι­σκε­φθεί τις οι­κο­γέ­νειες των συ­ντρό­φων που συ­νε­λή­φθη­σαν και να τους προ­σφέ­ρει οι­κο­νο­μι­κή και υ­λι­κή υ­πο­στή­ρι­ξη.

Στις 29 Μαΐ­ου 1915, ο Βαρ­τκές και ο Ζο­χρά­μπ συλ­λαμ­βά­νο­νται χω­ρι­στά, ο­δη­γού­νται στο σι­δη­ρο­δρο­μι­κό σταθ­μό Χα­ϊ­ντάρ Πα­σά και στέλ­νο­νται υ­πό αυ­στη­ρή φρούρη­ση στην Α­να­το­λί­α. Με­τά α­πό έ­να μα­κρύ τα­ξί­δι μέ­σω Κό­νυας, Α­δά­νων, Χα­λε­πί­ου και Ούρ­φας πρέ­πει να πα­ρου­σια­στούν ε­νώ­πιον του στρα­τιω­τι­κού Δι­κα­στη­ρίου του Ντι­γιαρ­μπα­κίρ. Αν και οι συν­θή­κες του τα­ξι­διού εί­ναι σχε­δόν υ­πο­φερτές, για την έκ­βα­σή του δεν υ­πάρ­χει κα­μιά αμ­φι­βο­λί­α. Μια ή πε­ρισ­σό­τε­ρες φο­ρές την η­μέ­ρα, ο Ζο­χρά­μπ στέλ­νει στη σύ­ζυ­γό του Κλά­ρα, στην ο­ποί­α δη­λώ­νει την α­πε­ριό­ρι­στη α­γά­πη του, ε­πι­στο­λές και τη­λε­γρα­φή­μα­τα για να της υ­πα­γορεύ­σει τα δια­βή­μα­τα που πρέ­πει να κά­νει για να τον σώ­σει, πη­γαί­νο­ντας α­κόμη και με τις κό­ρες τους στον σέ­ιχ ουλ-Ι­σλάμ. Στέλ­νει ε­πί­σης ε­πι­στο­λές στον Τα­λα­άτ, στο γερ­μα­νό πρέ­σβη Βάν­γκεν­χα­ϊμ, στον Χα­λίλ μπέ­η. Δεν θέ­λει να πε­θάνει. Στο Χα­λέ­πι, που έ­χει κα­τα­κλυ­στεί α­πό αρ­μέ­νιους ε­ξό­ρι­στους, τους προ­τεί­νουν να δια­φύ­γουν με τη βο­ή­θεια των Βε­δου­ί­νων, αλ­λά ο Ζο­χρά­μπ και ο Βαρ­τκές αρ­νού­νται τη δρα­πέ­τευ­ση και α­να­χω­ρούν για την Ούρ­φα. Η τε­λευ­ταί­α ε­πιστο­λή α­πό το Χα­λέ­πι προς την Κλά­ρα έ­χει η­με­ρο­μη­νί­α 2 Ιου­λί­ου 1915 η­μέ­ρα Πέ­μπτη το βρά­δυ. Εί­ναι η δια­θή­κη του Ζο­χρά­μπ, πριν α­πό το θά­να­το ε­νός αν­θρώ­που που τα­κτο­ποιεί τις υ­πο­θέ­σεις του, χω­ρίς να ξε­χά­σει τις τε­λευ­ταί­ες συμ­βου­λές στα παι­διά του και μια δω­ρε­ά 2.000 χρυ­σών λι­ρών σ’ έ­να φι­λαν­θρω­πι­κό ί­δρυ­μα στη μνή­μη του. Ο Βαρ­τκές χά­θη­κε δια­κρι­τι­κά ό­πως εί­χε ζή­σει σ’ ό­λη του τη ζωή.

Βι­βλιο­γρα­φί­α : Anahide Ter Minassian, L’ affaire Zohrab, Πε­ριο­δι­κό France-Armenie, τεύ­χος Σε­πτεμ­βρί­ου 2005.

Aram Andonian, La vie comme elle est, Εκ­δό­σεις Parentheses, Πα­ρί­σι 2005.

Follow Us   ArmenianGenocide100.gr on Facebook Facebook   ArmenianGenocide100.gr on YouTube Youtube