Τανιέλ Βαρουζάν
Mεγάλος και σημαντικός ποιητής της Αρμενίας. Θύμα της Γενοκτονίας των Αρμενίων από τους Τούρκους το 1915. Το πραγματικό του όνομα ήταν Τανιέλ Τσιμπουκιαριάν. Γεννήθηκε στις 20 Απριλίου 1884 στη Σεβάστεια και πέθανε στις 26 Αυγούστου 1915. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στη γενέτειρά του, κατόπιν συνέχισε τις σπουδές του στο σχολείο των Μεχιταριστών στο Πέραν (1896-98) και στη σχολή Μουράτ Ραφαελιάν της Βενετίας (1902-1905). Πραγματοποίησε ανώτερες σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Γάνδης (Βέλγιο) από το 1905 ως το 1909. Επιστρέφοντας στη γενέτειρά του ασχολήθηκε με τη διδασκαλία στο σχολείο Αραμιάν της Σεβάστειας. Εκεί δίδαξε αρμενική και γαλλική λογοτεχνία, συνταγματικό δίκαιο και πολιτική οικονομία. Συνέχισε την εκπαιδευτική του δραστηριότητα στο Κολέγιο του Τοκάτ (1911-1912) και παρέμεινε διευθυντής της σχολής των Διαφωτιστών στην Κωνσταντινούπολη τα χρόνια 1912-1915.
Παράλληλα με τον εκπαιδευτικό του έργο, ο Βαρουζάν ανέπτυξε έντονη λογοτεχνική δραστηριότητα. Το 1914 κυκλοφόρησε λογοτεχνικό περιοδικό με την ονομασία “Ναβασάρτα”, ενώ παράλληλα συμμετείχε στη συντακτική επιτροπή του λογοτεχνικού περιοδικού “Μεχιάν” μαζί με τους διακεκριμένους λογοτέχνες Αγκόπ Οσαγκάν, Γκοστάν Ζαριάν και Κεγάμ Παρσεχιάν.
Οι λογοτεχνικές ανησυχίες του Βαρουζάν άρχισαν από τα μαθητικά του χρόνια, από τη χειρόγραφη εφημερίδα του σχολείου όπου φοιτούσε, ενώ η δημιουργική φάση του μεγάλου ποιητή διαρκεί μόνο μία δεκαετία, η οποία όμως ήταν αρκετή για να αποτυπώσει έργα γεμάτα συγκίνηση και πατριωτική φλόγα.
Το 1904 εμφανίζεται στον λογοτεχνικό στίβο με το ποίημα “Μπροστά στο μνήμα του πατριάρχη ποιητή”, ενώ αποτυπώνει τις μνήμες των φοβερών σφαγών του 1894-96 σε ένα εκτενές ποιητικό έργο που φέρει τον τίτλο “Η σφαγή” (1907). Ο Βαρουζάν καθιερώνεται ως ο ποιητής με το ανήσυχο πνεύμα που δεν επαναλαμβάνει τον εαυτό του, ούτε στο ύφος αλλά ούτε και στη θεματολογία. Ακολουθεί το πατριωτικό του έργο “Η καρδιά της φυλής” το 1909. Ο Βαρουζάν απεικονίζει το ολοκαύτωμα του λαού του στον βωμό της θυσίας και υμνεί το πνεύμα της εξέγερσης εναντίον των κατάφωρων αδικιών και, τέλος, τραγουδάει τη λαχτάρα του αναγεννημένου συμπατριώτη του για ζωή και τον αγώνα εναντίον του εχθρού. Οι “Παγανιστικές Ωδές” είναι το αριστούργημά του, το οποίο στηρίζεται στην ύψιστη έκφραση του ρεαλισμού και στις καταβολές του λαού του. Η γλώσσα του Βαρουζάν είναι ο άξονας που συγκρατεί το πολύμορφο έργο του. Η επίδραση της αρχαίας αρμενικής, η αντανάκλαση της διαλέκτου της γενέτειράς του, η επινόηση σύνθετων λέξεων τού προσδίδουν τον τίτλο του γλωσσοπλάστη, ο οποίος με τον γλωσσικό του χείμαρρο αποτυπώνει δυνατές ιδέες και λεπτά αισθήματα, τραγουδώντας τον ανθρώπινο πόνο και την αθλιότητα της προσφυγιάς.
Ο βίαιος θάνατός του από τους Τούρκους θα διακόψει το λογοτεχνικό του έργο. Το 1958 το Πανεπιστήμιο της Γάνδης τίμησε τη μνήμη του Τανιέλ Βαρουζάν, τοποθετώντας αναμνηστική πλακέτα με την προτομή του.